Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2009

Σιγά μην κλάψω (Γ. Αγγελάκας)

Σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ!
Μου λεν αν φύγω από τον κύκλο θα χαθώ
στα όρια του μοναχά να γυροφέρνω.
Και πως ο κόσμος είν’ ανήμερο θεριό
κι όταν δαγκώνει εγώ καλά είναι να σωπαίνω.
Κι όταν φοβούνται πως μπορεί να τρελαθώ
μου λεν να πάω κρυφά κάπου να κλάψω.
Και να θυμάμαι πως αυτό το σκηνικό
είμαι μικρός, πολύ μικρός για να τ’ αλλάξω.


Μα εγώ μ΄ ένα άγριο περήφανο χορό
σαν αετός πάνω απ’ τις λύπες θα πετάξω.

Σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ,
σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ.

Θα πάω να χτίσω μια φωλιά στον ουρανό,
θα κατεβαίνω μόνο αν θέλω να γελάσω

Σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ,
σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ.


Μου λεν αν φύγω πιο ψηλά θα ζαλιστώ
καλύτερα στη λάσπη εδώ μαζί τους να κυλιέμαι.
Και πως αν θέλω περισσότερα να δω,
σ’ ένα καθρέφτη μοναχός μου να κοιτιέμαι.
Κι όταν φοβούνται πως μπορεί να τρελαθώ
μου λεν να πάω κρυφά κάπου να κλάψω.
Και να θυμάμαι πως αυτό το σκηνικό
είμαι μικρός πολύ μικρός για να τ’ αλλάξω.

Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2009

Αργοπεθαίνει



Martha Medeiros  (1950 - )
«Αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε ημέρα τις ίδιες διαδρομές, όποιος δεν αλλάζει περπατησιά, όποιος δεν διακινδυνεύει και δεν αλλάζει χρώμα στα ρούχα του, όποιος δεν μιλά σε όποιον δεν γνωρίζει.


Αργοπεθαίνει όποιος αποφεύγει ένα πάθος, όποιος προτιμά το μαύρο από το άσπρο και τα διαλυτικά σημεία στο "ι" αντί ενός συνόλου συγκινήσεων που κάνουν να λάμπουν τα μάτια, που μετατρέπουν ένα χασμουρητό σε ένα χαμόγελο, που κάνουν την καρδιά να κτυπά στο λάθος και στα συναισθήματα.
Αργοπεθαίνει όποιος δεν αναποδογυρίζει το τραπέζι, όποιος δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του, όποιος δεν διακινδυνεύει την βεβαιότητα για την αβεβαιότητα για να κυνηγήσει ένα όνειρο, όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του να αποφύγει τις εχέφρονες συμβουλές.



Αργοπεθαίνει όποιος δεν ταξιδεύει, όποιος δεν διαβάζει, όποιος δεν ακούει μουσική, όποιος δεν βρίσκει σαγήνη στον εαυτό του.
Αργοπεθαίνει όποιος καταστρέφει τον έρωτά του, όποιος δεν επιτρέπει να τον βοηθήσουν, όποιος περνάει τις ημέρες του παραπονούμενος για τη τύχη του ή για την ασταμάτητη βροχή.



Αργοπεθαίνει όποιος εγκαταλείπει μια ιδέα του πριν την αρχίσει, όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει.


Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις, όταν θυμόμαστε πάντοτε ότι για να είσαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός της αναπνοής».

Οι Εχθροί (Κ. Καβάφης)


Τον Ύπατο τρεις σοφισταί ήλθαν να χαιρετήσουν.
Ό Ύπατος τούς έβαλλε κοντά του να καθίσουν.
Ευγενικά τούς μίλησε. Κ’ έπειτα, να φροντίσουν,
τους είπε, χωρατεύωντας. «Ή φήμη φθονερούς
κάμνει. Συγγράφουν οι αντίζηλοι. Εχετ’ εχθρούς».
Απήντησ’ ένας απ’ τους τρεις με λόγους σοβαρούς.
«Οι τωρινοί μας οι εχθροί δεν θα μάς βλάψουνε ποτέ.
Κατόπι θάλθουν οι εχθροί μας, οι καινούριοι σοφισταί.
Όταν ημείς, υπέργηροι, θα κείμεθα ελεεινά
και μερικοί θα μπήκαμε στόν Άδη. Τά σημερινά
τα λόγια και τα έργα μας αλλόκοτα (καί κωμικά
ίσως) θα φαίνωνται, γιατί θ’ αλλάξουν τα σοφιστικά,
το ύφος και τας τάσεις οι εχθροί. Όμοια σαν κ’ έμενα,
και σαν κι’ αυτούς, που τόσο μεταπλάσαμε τα περασμένα.
Όσα ημείς επαραστήσαμεν ωραία και σωστά
θα τ’ αποδείξουν οι εχθροί ανόητα και περιττά
τα ίδια ξαναλέγωντας αλλοιώς (χωρίς μεγάλον κόπο).
Καθώς κ’ εμείς τα λόγια τα παληά είπαμε μ’ άλλον τρόπο».

Αγνώστου

Πότε σας φταίν’ οι Αφγανοί και οι αγριανθρώποι,
πότε ο τρισκατάρατος και πότε ο Θεός,
σας φταίει κι η Αμερική, σας φταίει κι η Ευρώπη,
αλλά ποτέ δεν είπατε πως φταίει κι ο Ρωμηός.
Τα πταίσματα σας ρίχνετε στων άλλων την καμπούρα,
και έχετε αδιάκοπη παντοτινή μουρμούρα.

Στην δόξα των προγόνων σας τα τρόπαια ζητείτε,
φωνάζετε, ξεσχίζεσθε για τους παλιούς σας χρόνους,
και μόνο με τον ίσκιο τους ψωμοζητώντας ζήτε...
χαρά σ’ εκείνη τη γενιά που θάχει σας προγόνους!
Φαντάσου αν βρισκόμαστε στον κόσμο γεννημένοι
χωρίς κανένα πρόγονο, τι ήθελε να γένει!

Για κότες ακονίζετε μονάχα το σπαθί σας
και μες στο ίδιο αίμα σας βουτάτε τη λεπίδα,
εν όσω ζήτε δένετε με κόμπους το πουγγί σας,
και μόνον σαν πεθάνετε πλουτείτε την πατρίδα.
Πορνεύετε τα γράμματα, πορνεύετε τους νόμους,
Συνοδικοί στα σπίτια σας, Μακρακισταί στους δρόμους.

Ο Κυρ-Παντελής (Π. Τζαβέλας)

Έντιμε άνθρωπε κυρ-Παντελή
έχεις κατάστημα κάπου στη γη
πουλάς εμπόρευμα, βγάζεις λεφτά
πολλά λεφτά, πολλά λεφτά
Τις Κυριακές πρωί στην εκκλησιά
σταυροκοπιέσε στην Παναγιά

Έντιμε άνθρωπε κυρ-Παντελή
έχεις και σύζυγο, κόρη, παιδί
μοντέρνα έπιπλα, έγχρωμη TV,
τρως τροφή πνευματική.
Μακρυά από κόμματα μην βρεις μπελά,
"Πατρίς,θρησκεία και φαμελιά"

Έντιμε άνθρωπε κυρ-Παντελή
τι κι αν πεθαίνουνε πάνω στη γη
χιλιάδες άνθρωποι, χωρίς ψωμί,
μαύροι, λευκοί ή κίτρινοι.
Ο γιος σου μοναχά να 'ναι καλά
ν' αφήσεις τ' όνομα και τον παρά.

Έντιμε άνθρωπε κυρ-Παντελή
σκεύρωσες, σάπισες στο μαγαζί
τη νιότη ξόδεψες και την ορμή
για τη δραχμή, για το πετσί
δίπλα σου τ' όνειρο, η ζωή και το φως
μα εσύ στο κουφάρι σου κλεισμένος εντός.

Ξέρεις πως δώσανε κυρ-Παντελή
άλλοι τα νιάτα τους και τη ζωή
να γίνει τ' όνειρο φέτα ψωμί
να φας και ' συ κυρ-Παντελή;

Κι εσύ τι έδωσες κυρ-Παντελή;
πες μας τι έκανες σ' αυτή τη γη;
πες μας τι άφησες κληρονομιά
που να εμπνέει τη νέα γενιά

Έντιμε άνθρωπε κυρ-Παντελή
έντρομ, άβουλε συ φασουλή
βρώμισες τ' όνειρο και την ψυχή
άδειο πετσί χωρίς πνοή.

Έντιμοι άνθρωποι, νέα γενιά
θάψτε τους έντιμους μες στα σπαρτά
κι αυτούς που φτιάξανε τον Παντελή
σκουλήκι άχρηστο σ' αυτή τη γη.

Αν (R. Kipling)

ΑΝ

Αν να κρατάς μπορείς το λογικό σου όταν γύρο σου όλοι
το ' χουνε χαμένο και ρίχνουνε γι' αυτό το φταίξιμο σε σένα,
Αν να εμπιστεύεσαι μπορείς τον εαυτό σου,
όταν για σένα αμφιβάλλουν όλοι, αλλά να βρίσκεις ελαφρυντικά ακόμα και για την αμφιβολία τους αυτή,
Αν να προσμένεις το μπορείς δίχως από την προσμονή ετούτη ν' αποσταίνεις,
ή Αν και σε συκοφαντούν εσύ να μη βυθίζεσαι στο ψέμα,
ή Αν και σε μισούν το μίσος μέσα σου να μην αφήσεις να φουντώνει,
κι ωστόσο να μην δείχνεσαι πάρα πολύ καλός κι ούτε με πάρα πολλή σοφία να μιλάς,

Αν να ονειρεύεσαι μπορείς δίχως το όνειρο να κάνεις δάσκαλό σου,
Αν να στοχάζεσαι μπορείς δίχως να κάνεις το στοχασμό σκοπό σου,
Αν το μπορείς το Θρίαμβο και την Καταστροφή να αντικρίσεις
και σε αυτούς τους δυο αγύρτες όμοια να φερθείς,
Αν να ακούς αντέχεις την αλήθεια που εσύ είχες ειπωμένη
από πανούργους νοθευμένη ώστε παγίδα για τους άμυαλους να γίνει,
ή να θεωρείς όλα αυτά οπού 'χεις της ζωή σου αφιερώσει, τσακισμένα,
και πάλι ν' αρχινάς να τα στυλώνεις με εργαλεία φαγωμένα,

Αν να στοιβάζεις το μπορείς σ' ένα σωρό όλα εκείνα που 'χεις κερδισμένα.
Και όλα να τα παίξεις κορόνα γράμματα μεμιάς,
και να χάσεις, και κείθε που έχεις ξεκινήσει πάλι ν' αρχινήσεις
κι ούτε μπορείς καρδιά και νεύρα και μυώνες ν' αναγκάσεις
πάλι να σου δουλέψουνε κι ας είναι από καιρό αφανισμένα,
κι έτσι ολόρθος να κρατιέσαι μόλο που τίποτα
δε έχει μέσα σου απομείνει
εξόν από τη θέληση που τους μηνά: «Βαστάτε!»

Αν να μιλάς μπορείς με το λαό κι ωστόσο να κρατάς την αρετή σου,
με βασιλιάδες όντας μη χάνοντας το απλό το φέρσιμό σου,
Αν μήτε εχθροί μήτε και φίλοι ακριβοί μπορούν να σε πληγώσουν,
Αν όλοι οι άνθρωποι σε λογαριάζουν, όμως πάρα πολύ κανένας,
Αν το μπορείς την ώρα που ο θυμός σου θέλει να ξεσπάσει να κρατηθείς νηφάλιος
και την γαλήνη σου την πρώτη να ξαναβρείς, δικιά σου τότε θα ' ναι η Γη
κι όλα εκείνα που κατέχει, και ό,τι αξίζει πιο πολύ-
Άντρας σωστός τότε θε να 'σαι, γιε μου!

Η Διορία του Νέρωνος (Κ. Καβάφης)



Δεν ανησύχησεν ο Νέρων όταν άκουσε
του Δελφικού Μαντείου τον χρησμό.
"Τα εβδομήντα τρία χρόνια να φοβάται."
Είχε καιρόν ακόμη να χαρεί.
Τριάντα χρονώ είναι. Πολύ αρκετή
είν’ η διορία που ο θεός τον δίδει
για να φροντίσει για τους μέλλοντας κινδύνους.

Τώρα στην Pώμη θα επιστρέψει κουρασμένος λίγο,
αλλά εξαίσια κουρασμένος από το ταξείδι αυτό,
που ήταν όλο μέρες απολαύσεως —
στα θέατρα, στους κήπους, στα γυμνάσια ...
Των πόλεων της Aχαΐας εσπέρες ...
A των γυμνών σωμάτων η ηδονή προ πάντων ...

Aυτά ο Νέρων. Και στην Ισπανία ο Γάλβας
κρυφά το στράτευμά του συναθροίζει και το ασκεί,
ο γέροντας ο εβδομήντα τριώ χρονώ.

Tomorrow Never Knows (J. Lenon)


Turn off your mind, relax and float down stream,
It is not dying, it is not dying

Lay down all thoughts, surrender to the void,
It is shining, it is shining.

Yet you may see the meaning of within
It is being, it is being

Love is all and love is everyone
It is knowing, it is knowing

And ignorance and hate mourn the dead
It is believing, it is believing

But listen to the color of your dreams
It is not leaving, it is not leaving

So play the game "existence" to the end
Of the beginning, of the beginning

Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2009

Περιεχόμενα





Αρχειοθήκη ιστολογίου

Εγγραφή μέσω email

Enter your email address:

Εγγραφή μέσω reader

Blog Widget by LinkWithin