Δευτέρα 15 Ιουνίου 2009

Paracelsus

(η φώτο είναι δανεισμένη από εδώ )

102.
From ‘Paracelsus

By Robert Browning (1812–1889)

TRUTH is within ourselves; it takes no rise
From outward things, whate’er you may believe.
There is an inmost centre in us all,
Where truth abides in fullness; and around,
Wall upon wall, the gross flesh hems it in,
This perfect, clear perception—which is truth.
A baffling and perverting carnal mesh
Binds it, and makes all error: and, to KNOW,
Rather consists in opening out a way
Whence the imprisoned splendour may escape,
Than in effecting entry for a light
Supposed to be without.


Παράκελσος
(απόσπασμα από το βιβλίο-ποίημα του R. Browning)

Η ΑΛΗΘΕΙΑ βρίσκεται μέσα μας. Δεν έρχεται
Από εξωτερικά πράγματα, ότι κιαν πιστεύεις.
Υπάρχει ένα εσωτερικό κέντρο σε όλους μας
Όπου η αλήθεια κατοικεί στην πληρότητά της. Και γύρω
Τοίχος πάνω σε τοίχο, η ακάθαρτη σάρκα την περικλείει,
Αυτήν τη τέλεια, σαφή αντίληψη-η οποία είναι η αλήθεια.
Ένα μπερδεμένο και διαστρεβλωμένο σαρκικό πλέγμα
Τη δεσμεύει, και κάνει όλα τα σφάλματα: και, το να ΞΕΡΕΙΣ,
Mάλλον συνίσταται στο ν'ανοίξεις ένα δρόμο
Απ'όπου η φυλακισμένη μεγαλοπρέπεια να μπορεί να δραπετεύσει,
Από το να πραγματώσεις είσοδο για ένα φως
Που υποτίθεται ότι είναι χωρίς.

Παρασκευή 12 Ιουνίου 2009

Ελεύθερος Κόσμος



Πρόλογος

Γράφε, Ιστορία, τα ψέματά σου αράδα

και βλόγα το Φονιά, βρίζε το θύμα!
Κι Αρετή, των δρομάκων σουσουράδα,
τον κάθε σωματέμπορά σου τίμα.

Και συ, Νόμε, των άνομων ασπίδα,
σαν τη μαϊμού από κλώνο σ' άλλον πήδα
κι απ' την κορφή με την ουρά κρεμάσου,
να μη γλέπει ο Λαός τα πισινά σου.

Λεφτεριά της χανάκας και του ξύλου,
σφιχτόδενε τ' αξύπνητο χαϊβάνι.
Και συ, ρηγάτο του Κενού, τ' αψήλου
κάμνε το σκλάβο ρήγα, άμα πεθάνει!

Και συ, τσούλα των δήμιων, Επιστήμη,
της Αλήθειας εσχάτη τεφροδόχα,
και συ, πρόστυχη Πένα και ψοφίμι,
του βούρκου λιβανίζετε την μπόχα!

Και συ, Πατριώτη Αγνέ, τη μάσκα φόρα
κι απ' τ' αδέρφια σου, αραδαριά μπροστά σου,
διάλεγε, Γιούδα πάντοτες και τώρα,
για τον ξένο Μολώχ τα θύματά σου.

Αθάνατη και θεία και πεμπτουσία
του βούρκου, χαίρε ώ! χαίρε Προδοσία!...
Φως το χέρι, το πόδι προχωρεί
στον κάμπο κι ό,τι θέλει το μπορεί!...

Κατάγυμνη χορέβει (όλα της φόρα!)
στον τάφο σου, Πατρίδα! Φαλλοφόρα
τουρλώνεται κι ουρλιάζ': «Είναι δικός μου
αφτός ο βούρκος του Ελευθέρου Κόσμου».

Πέμπτη 4 Ιουνίου 2009

[Επρόδωσαν την αρετή] - Κώστας Καρυωτάκης


Επρόδωσαν την αρετή κι ήρθαν οι έσχατοι πρώτοι.
Με χρήμα παίρνεται η καρδιά κι αποτιμάται ο φίλος.
Αν άλλοτε αντιφέγγιζε στο νου, στα μάτια, σ' ότι,
είναι η ζωή πια σκοτεινή κι ανέφικτη σα θρύλος,
είναι πικρία στο χείλος.

Νύχτα βαθιά. Με πνεύμα οργής έσπρωξα το κρεβάτι.
Ανοιξα τις αραχνιασμένες κάμαρες. Καμία
ελπίς. Απ' το παράθυρο, του τελευταίο διαβάτη
είδα τη σκιά. Κι εφώναξα στριγκά στην ησυχία:
«Δυστυχία!»

Η φρικτή λέξη με φωτιά στον ουρανόν εγράφη.
Δέντρα τη δαχτυλοδειχτούν, αστέρια την κοιτούνε,
επιγραφή την έχουνε τα σπίτια κι είναι τάφοι,
ακόμη θα την άκουσαν οι σκύλοι κι αλυχτούνε.
Οι άνθρωποι δεν ακούνε.

Εγγραφή μέσω email

Enter your email address:

Εγγραφή μέσω reader

Blog Widget by LinkWithin