Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

20 μικρά ποιήματα του Α. Μαρνέρου


Αργύρης Μαρνέρος


Γεννήθηκε στο Δοξάτο Δράμας το 1941. Το 1961 μετανάστευσε στη Γερμανία. Μετά το 1968 σπούδασε γερμανική φιλολογία στο Α.Π.Θ. και ξεναγός στην Αθήνα. Από το 1978 και μετά ζει στην Αθήνα και εργάζεται ως ξεναγός. Στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα κατεβάζει τα βιβλία του στο πεζοδρόμιο, σε συναυλίες και μπουάτ ως αντίδραση στα εμπορικά κυκλώματα των βιβλιοπωλείων. Τα τελευταία 25 χρόνια ασχολείται και με το κολάζ. 

Ποιητικές συλλογές:
«Κάστανα», 1972
«Σκοτεινός θάλαμος», 1975
«Ο υπόνομος», 1976
«Διαστολή», 1977
«Homo Touristicus», άνοιξη 1980
«Χειροκροτήστε», φθινόπωρο 1980
«Αίθουσα αναμονής», 2003



ΣΠΑΣΜΕΝΑ ΑΓΑΛΜΑΤΑ
Τώρα το ξέρω
Πρέπει ν’ αγαπήσω τη ζωή
Ανάμεσα απ’ τα συντρίμμια
Που βρίσκονται μπροστά μου
Πρέπει να αγαπήσω ξανά
Κάθε μικρό κομμάτι
Κι ένα ένα να τα βάλω στη σειρά
Όμορφα δεν είναι μόνο
Τα απείραχτα πράγματα
Και τα σπασμένα αγάλματα
Έχουν τη δική τους τη χάρη
Και ίσως είναι αυτά
Που πιο πολύ μας μοιάζουν.

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
Κάποια μέρα σε μια σχολική γιορτή
Οι μαθητές ντύθηκαν παπαγάλοι
Και έλεγαν το μάθημα χωρίς χάνουν λέξη
Και όλοι βαθμολογήθηκαν με άριστα.
Και από τότε δεν ήτaν μόνο σχολική γιορτή
Αλλά επίσημο πλέον σύστημα παιδείας.

ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ
Σήμερα είναι της Αναλήψεως
Είπε ο γραμματέας στο Δεσπότη
Την ώρα. που έφευγε βιαστικά
Καλά που μου το θύμισες παιδί μου
Πρέπει να φύγω αμέσως για την τράπεζα.

ΣΧΟΛΙΚΑ ΘΡΑΝΙΑ
Μου μίλησαν
Πιο Πολύ για Αβραάμ­
Παρά για Σωκράτη
Πιο πολύ για Χριστό
Παρά για Διόνυσο
Άσε τα σχολικά θρανία
Είπε ο γέρος της παρέα.ς
Και δες στην πλατεία το χορό
Μέσα. στη μνήμη του κορμιού
Ήτανε πάντα Διόνυσoς ο χρόνος.

ΣΥΝΤΑΓΗ ΕΥΤΥΧΙΑΣ
Μέσα στη βάρβαρη απλοποίηση των παραμυθιών
Oι μεν πιστoί κοιμούνται ευτυχισμένοι
Oι δε ποιμένες γλεντούνε τρισευτυχισμένοι.

ΖΩΟΦΙΛΟΣ
Εγώ υπήρξα πάντα ζωόφιλος
Αγαπητέ μου έλα μέσα
Στην κουζίνα να σου δείξω
Πόσο τρυφερά πόσο απαλά
Τα πλάθω εγώ τα μπιφτέκια.

ΠΟΣΟΣΤΑ
Θέλουμε ποσοστά
Απ’ το γάλα μας
Φώναζαν τα πρόβατα
Θα είμαι πιο γενναιόδωρος
Μαζί σας είπε ο τσέλιγκας
Θα σας δώσω ποσοστά
  Απότο κρέας σας.

ΑΝΕΡΑΣΤΟ ΛΟΥΛΟΥΔΙ
Πλαστικό μου λουλούδι ανέραστο
Ό,τι μυρίζει ανθρώπινο μυαλό
Δεν είναι πάντα θησαυρός για τις αισθήσεις .

ΚΛΙΝΙΚH
 Σσσσσσσσ
Ησυχία
Γιατί ο γιατρός
Ψιθυρίζει στο αυτί
Τις τιμές
Σσσσσσσσ.

ΥΠΟΝΟΜΟΣ
Δίπλα στο μεγάλο δρόμο
Στήσαν τη μεγάλη εξέδρα
Για τη μεγάλη παρέλαση
Πάνω στην εξέδρα
Οι μεγάλοι επίσημοι
Και κάτω απ’ αυτήν
Ο μεγάλος υπόνομος
Της πόλης

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΛΕΙΔΑΡΙΑΣ
Κάθε φορά που γυρίζω
Στην πόρτα το κλειδί
Ψιθυρίζω στο αυτί της κλειδαριάς
Έχει πολύ δρόμο ακόμα
Το όρθιο θηλαστικό να γίνει άνθρωπος
Έχει πολύ δρόμο ακόμα
Να μοιάσει στους θεούς που έπλασε
Και όχι μόνο να τους φοβάται
Μου απαντάει η κλειδαριά.

ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ
Μιλάς στο όνομα
Ενός ανύπαρκτου λαού
Μιλάς στο όνομα
Ενός ανύπαρκτου θεού
Εμείς ακούγαμε
Γεμάτοι απορία
Στο τέλος ο πρώτος
Μας υποσχέθηκε ένα
Καλύτερο αύριο
Ενώ ο άλλος
Ένα αιώνιο αύριο
Για το τώρα κανείς
Δεν έκανε κουβέντα

ΤΟ ΑΧ ΤΩΝ ΑΓΑΛΜΑΤΩΝ
Ο ποιητής που θα γυρίσει τις πλάτες
Στο θόρυβο και τις οσμές της αγοράς
Όσο και να βουτήξει την πένα του
Στον ουρανό το γαλάζιο απ’ τα ποιήματά του
Θα λείπει το άρωμα του ιδρώτα
Και εκείνο το ανθρώπινο αχ που
Το δανείζονται ακόμα και οι θεοί
Γιατί αλλιώς τα αγάλματά τους
Θα ήταν μόνο πέτρες σκαλισμένες.

ΗΣΥΧΙΑ ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΚΟΙΜΑΤΑΙ
Η εξουσία δεν φοβάται τις μολότοφ
Που πέφτουν μέσα στο δρόμο και
Ούτε που τη νοιάζει αν η πόλη ξυπνήσει
Η εξουσία φοβάται τις μολότοφ που
Πέφτουν μέσα στο κεφάλι γιατί έτσι
Υπάρχει φόβος να ξυπνήσει το μυαλό.

ΕΚΕΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΘΑ ΒΡΕΙΣ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ
Στο χάσμα που ανοίγεται ανάμεσα
Στα γράμματα στις λέξεις στις προτάσεις
Εκεί ανάμεσα θα βρεις τον ποιητή
Ν’ ανθίζει εκεί να πελεκάει τις πέτρες
Τις πολύχρωμες για το ουράνιο γιοφύρι
Εκεί ανάμεσα ο θεμέλιος λίθος
Πάνω στο στήθος να πατάει τον ποιητή
Έτσι θα έχει ανθρώπινη ανάσα το γιοφύρι
Ανάμεσα στα γράμματα στις λέξεις στις προτάσεις.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΣΚΥΛΙΑ
Ξέρετε τι τιμή τα κάνουνε
  Όταν τα ζώα αυτά
Τα ονομάζουμε αδέσποτα
Είναι χωρίς κυρίους
Χωρίς αφεντικά το νιώθετε
Αυτό δεν είναι πια τιμή
Αυτό είναι προνόμιο
Γι’ αυτό και κάθε εξουσία
Τους ρίχνει φόλα με ευχαρίστηση

ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΣ
Μιλούσε απλά και
Τον καταλάβαιναν όλοι

ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ
Εκείνοι οι θεατές χτες βράδυ
Τι φριχτή παράσταση θεέ μου

ΚΩΔΙΚΑΣ
Γίνε δημόσιος άντρας στην Ελλάδα
Και κλέψε πολλά να σε θαυμάζουν
Κλέψε λίγα να σε πουν απατεώνα
Μη κλέβεις τίποτα για να είσαι ο αφελής
  Άψογος κώδικας ηθικής κυκλοφορίας

ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑ
Η δασκάλα έλεγε
Πάντα
Πως η καθαριότητα
Είναι
Μισή αρχοντιά
Η μαμά σας
Θα κόβει τα νύχια
Ο κουρέας τα μαλλιά
Όσο για το μυαλό σας
Μου δώσαν ειδικό ψαλίδι
Να σας το παίρνω
Πάντα σύρριζα.


Πέμπτη 11 Απριλίου 2013

Rumi




Ένας τεχνίτης τράβηξε ένα καλάμι από τις καλαμιές
του έκανε τρύπες, και το ονόμασε άνθρωπο.

Από τότε, αυτό θρηνεί μια τρυφερή αγωνία
αποχωρισμού, χωρίς ποτέ να αναφέρει την δεξιοτεχνία
που του έδωσε ζωή σαν φλογέρα.



A craftsman pulled a reed from the reedbed,
cut holes in it, and called it a human being.

Since then, it's been wailing a tender agony
of parting, never mentioning the skill
that gave it life as a flute.


Από το βιβλίο The essential Rumi (Translation C. Barks) σελ. 146


ΥΓ. Ένα σχετικό κείμενο εδώ.

Σάββατο 23 Μαρτίου 2013

Ὑποθῆκαι



Ὅπου θαρριέται γιὰ καλό,
καὶ δίχως διάκι ἀνοίγεται,
τὸν βρίσκ᾿ ἡ μπόρα στὸν γιαλὸ
καὶ ναυαγεῖ καὶ πνίγεται.

Ὅπου σκαρόνει μιὰ φωλιὰ
σ᾿ ἕν᾿ ἄστατο κοτρώνι,
πρὶν ἢ καθήσῃ μία σταλιά,
γυρνᾷ καὶ τὸν πλακόνει.

Ὅπου γλυστρήσῃ, ἂν πιασθῇ
στῶν ἀλλωνῶν τὴν ἀνθρωπιά,
θὰ τὸν σκουντήσουν νὰ χαθῇ,
νὰ μὴν ὀρθοπατήσῃ πιά.

Χαρὰ στόν, ποὺ δὲν ἀρμενᾷ,
κι᾿ ἔχει στεριὸ τὸ σπίτι του,
κι᾿ οὐδὲ τὸν ξένο προσκυνᾷ,
οὐδὲ τὸν συντοπίτη του!


Παρασκευή 15 Μαρτίου 2013

Ἐγκαταλείπω τὴν ποίηση




Ἐγκαταλείπω τὴν ποίηση δὲ θὰ πεῖ προδοσία,
δὲ θὰ πεῖ ἀνοίγω ἕνα παράθυρο γιὰ τὴ συναλλαγή.
Τέλειωσαν πιὰ τὰ πρελούδια, ᾖρθε ἡ ὥρα τοῦ κατακλυσμοῦ.
Ὅσοι δὲν εἶναι ἀρκετὰ κολασμένοι πρέπει ἐπιτέλους νὰ σωπάσουν,
νὰ δοῦν μὲ τί καινούριους τρόπους μποροῦν νὰ ἀπαυδήσουν τὴ ζωή.
Ἐγκαταλείπω τὴν ποίηση δὲ θὰ πεῖ προδοσία.
Νὰ μὴ μὲ κατηγορήσουν γιὰ εὐκολία, πὼς δὲν ἔσκαψα βαθιά,
πὼς δὲ βύθισα τὸ μαχαίρι στὰ πιὸ γυμνά μου κόκαλα.
ὅμως εἶμαι ἄνθρωπος κι ἐγώ, ἐπιτέλους κουράστηκα, πῶς τὸ λένε,
κούραση πιὸ τρομαχτικὴ ἀπὸ τὴν ποίηση ὑπάρχει;
Ἐγκαταλείπω τὴν ποίηση δὲ θὰ πεῖ προδοσία.
Βρίσκει κανεὶς τόσους τρόπους νὰ ἐπιμεληθεῖ τὴν καταστροφή του.

(1956)

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013

Εδώ που βρίσκομαι είμαι καλά

 

"Θεέ μου μακάρι να μην με βρούνε όλα αυτά που μπορώ να αντέξω."
 - Κινέζικη προσευχή. 
  Rene Magritte : The Therapist

Όλα μπορούμε τελικά να τα αντέξουμε
τη σκληρή δουλειά,
το δεκάωρο χωρίς πληρωμή,
την απόλυση.
Μπορούμε να αντέξουμε
χωρίς φαγητό,
χωρίς ηλεκτρικό,
χωρίς τραπέζι και υπολογιστή.
Το μυαλό μπορεί άνετα να κατασκευάζει
διαρκώς επιθυμίες,
να βρίσκετε σε κίνηση διαρκώς,
να σε απειλεί ότι θα πεθάνεις,
ότι θα αρρωστήσεις,
ότι θα καταστραφείς.
Όλα μπορούμε να τα αντέξουμε
την απώλεια, τον θάνατο, τον χωρισμό,
το ψέμα, τη μισή αλήθεια,
και το κάλπικο χτύπημα στη πλάτη.
Γνωρίζοντας πως δεν θα δικαιωθεί
κανένας πόθος,
είσαι πιο ήσυχος.
Μπορείς να πας μια βόλτα στα βουνά,
μπορείς να αγκαλιάσεις την μοναξιά
σαν την πιο όμορφη ερωμένη
και να επιστρέψεις πιο δυνατός.
Μπορούμε να αντέξουμε
τη θλίψη,
τις κρίσεις πανικού και την μελαγχολία,
χαμογελώντας τρανταχτά στο σκοτάδι.
Κάθε φορά που σκέφτομαι
όλα τελείωσαν,
–δεν θα το ξαναξεχάσω–
πάει δεν υπάρχει ελπίδα
δεν υπάρχει γυρισμός,
πάντα κάτι εκείνες τις στιγμές με δυναμώνει.
Σκέφτομαι πως άντεξα από χειρότερα
πράγματα,
από χειρότερες καταστάσεις.
Σκέφτομαι πως η ζωή είναι ένας κύκλος
και όλα θα ξαναέρθουν
απλώς εγώ θα είμαι έτοιμος αυτή τη φορά
να τα παρατηρήσω με άλλο μάτι,
αλλού θα στρέψω το φακό της κάμερας,
άλλη θα είναι η οπτική γωνία που θα φωτογραφίσω,
αλλιώς θα γράψω τις σκέψεις στο χαρτί.
Σκέφτομαι πως εδώ που βρίσκομαι
μετά από συνεχόμενες κατραπακιές
είναι καλά,
είναι πολύ καλά
και δεν γίνεται να είναι καλύτερα.

Πηγή 

Ο  Τ έ λ ο ς   Ά ρ χ η ς  (λογοτεχνικό  ψευδώνυμο του Μάριου Σκοτεινιώτη) γεννήθηκε στην Ορεινή Κορινθία το 1951. Το 1977 κυκλοφόρησε την ποιητική συλλογή : Το όνομα του πατέρα μου (εκτός εμπορίου). Ποιήματά του δημοσιεύτηκαν κατά καιρούς σε περιοδικά της Αθήνας και της Περιφέρειας. Τα ποιήματα που ακολουθούν, όλα ανέκδοτα,  γράφτηκαν το διάστημα 1983-1996, τότε που ο Τ. Α.  εργαζόταν ως οδηγός ταξί στα Ιωάννινα, όπου  τον γνώρισα και μου τα εμπιστεύτηκε για να φροντίσω κάποτε για τη δημοσίευσή τους. Ο ίδιος δεν ήθελε πια καθόλου να μπει σ’ αυτή τη διαδικασία. Έκτοτε, δυστυχώς,  έχασα τα ίχνη του.  Σύμφωνα με συγγενείς του, τώρα  ζει και εργάζεται στον Καναδά.

Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

Το Γύρισμα του Καιρού



Τώρα, στο γύρισμα του καιρού, πρέπει να το μπορέσεις,
όχι μονάχα ως το τέλος να παλεύεις για τη νίκη,
αλλά να την αντέχεις δίχως έπαρση ή άγρια χαρά
και πιο πολύ την ήττα στην ώρα της να δέχεσαι,
να την ομολογείς χωρίς ταπείνωση μήτε πλαστή αταραξία.


Των άλλων η συμπόνια, ο φθόνος, η κρυφή αγαλλίαση,
όποια κι αν παίρνουν όψη με κάτι σε πλουτίζουν,
όμως εσύ μη ρίχνεις την ευθύνη όλη στους άλλους,
μην παίρνεις όλη την ευθύνη απάνω σου,
μην ψάχνεις γι' αντιδρομές ή εύνοιες της τύχης
γι' απρόβλεπτα περιστατικά που υπάρχουν πάντα,
κυρίως πρόσεχε την ηδονική αιώρηση
ανάμεσα σε αυτοδικαίωση και σ' αυτοκαταδίκη.

Μόνο λίγο πιο γνωστικός να βγεις, μόνο να μάθεις
κάπως πιο ήρεμα ν' αντικρίζεις τα ανθρώπινα.


(Τίτος Πατρίκιος, "Το Γύρισμα του Καιρού", Γενάρης 1960)

Εγγραφή μέσω email

Enter your email address:

Εγγραφή μέσω reader

Blog Widget by LinkWithin